ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Ο ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΣ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ:

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΡΙΑΣ

 

Η μαζική άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και τη συνθήκη της Λωζάνης προκαλεί την απότομη μεταβολή των δημογραφικών χαρακτηριστικών και της γεωγραφικής κατανομής του ελληνικού πληθυσμού. Η πλειοψηφία των προσφυγικών εγκαταστάσεων πραγματοποιείται στη Μακεδονία όπου μετά τις απώλειες των πολέμων και τις μετακινήσεις των πληθυσμών υπάρχει διαθέσιμο έδαφος και χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα. Η Θεσσαλονίκη είναι εξαρχής ο κύριος πόλος έλξης. Στην άμεση περιοχή της ιδρύονται 75 κοινότητες και εγκαταστάσεις. Γύρω από την πόλη, στις παρυφές του σχεδίου ή σε μεγαλύτερη απόσταση εγκαθίστανται προσφυγικές κοινότητες με αστικό ή αγροτικό χαρακτήρα. Η σχετική απομόνωση των προσφυγικών οικισμών είναι αποτέλεσμα ηθελημένης επιλογής που υιοθετήθηκε για να μη διαταραχθεί η «κανονική» ζωή της υφιστάμενης πόλης και για να «εξασφαλιστεί ένα ομοιογενές κοινωνικό περιβάλλον στους ίδιους τους αστικούς προσφυγικούς οικισμούς», όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται σε έκδοση του ΤΕΕ. [Η κατοικία στην Ελλάδα. Κρατική δραστηριότης, Αθήνα 1975, σ. 14 (ΤΕΕ)]. Είναι βέβαια ευδιάκριτη η τάση για τον κοινωνικό διαχωρισμό των συγκεκριμένων ομάδων του προσφυγικού πληθυσμού μέσα στον αστικό χώρο. Με τον προσφυγικό εποικισμό αναγνωρίζεται, κάτω από την πίεση των συνθηκών, η ανάγκη για κοινωνική κατοικία που στρέφεται προς ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού, εγκαινιάζοντας παράλληλα μια αμεσότερη κρατική παρέμβαση στις διαδικασίες οργάνωσης του αστικού περιβάλλοντος. (Βλέπε σχετικά: Β. ΓΚΙΖΕΛΗ, Κοινωνικοί μετασχηματισμοί και προέλευση της κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα (1920-1930), Αθήνα 1984 (έκδ. Επικαιρότητα).

Οι επιδράσεις του προσφυγικού εποικισμού στη δομή και τη διάρθρωση των προαστίων της Θεσσαλονίκης είναι αποφασιστικές. Εγκαινιάζεται, για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα, η παρέμβαση του δημόσιου τομέα σε όλα τα επίπεδα οργάνωσης του χώρου (χωροθέτηση, αστικός σχεδιασμός, κατοικία). Ο συνολικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων ενισχύεται με τη θέσπιση ενιαίου θεσμικού πλαισίου (νόμος του 1923 περί σχεδίων πόλεων). Επιπλέον οι προσφυγικοί οικισμοί απευθύνονται σε ένα καθορισμένο πληθυσμό με ιδιαίτερα κοινωνικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Η συνολικότητα των ρυθμίσεων δεν εμποδίζει βέβαια την αποσπασματικότητα, την ταχύτητα και την προχειρότητα των επί μέρους λύσεων. Οι γενικές διευθετήσεις είναι στοιχειώδεις και τα κτίσματα είναι απλά και ανεπαρκή. Κάθε οικισμός, σύμφωνα με το νόμο, (ΝΔ «Περί αγροτικής εγκαταστάσεως προσφύγων», 1923, αρ. 6.) «ρυμοτομείται προχείρως και χωρίζεται εις οικόπεδα». Αποτέλεσμα των διαδικασιών αυτών στη Θεσσαλονίκη είναι η περιμετρική επέκταση της πόλης προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο δακτύλιος αυτός των νέων οικισμών που περιβάλλει την πόλη δεν είναι βέβαια ούτε συνεχής, ούτε ομοιογενής. Παρουσιάζει μάλλον την εικόνα ενός μωσαϊκού από οικιστικές ενότητες που κατασκευάζονται από διαφορετικούς φορείς, με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να εντάσσονται σε ένα ενιαίο πρόγραμμα αστικής ανάπτυξης. Ανάμεσά τους υπάρχουν κενά που καταλαμβάνονται από αγροτική γη, βιομηχανικά και βιοτεχνικά κτίρια, εγκαταλειμμένες εκτάσεις και υψώματα. Αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίζονται σταθερά στις διαδοχικές επεκτάσεις της πόλης μετά από την περίοδο αυτή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου δοκιμάστηκαν πολλά συστήματα δόμησης με συλλογικές και ατομικές κατοικίες καθώς και με αυτοστέγαση είναι η περιοχή της Καλαμαριάς. Στη νοτιοανατολική πλευρά της πόλης, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από το τέλος της τότε περιοχής των Εξοχών, συγκεντρώνονται πολλοί προσφυγικοί οικισμοί που αποτελούν τον πυρήνα του σημερινού δήμου Καλαμαριάς. Από το 1922 εγκαθίστανται εδώ πρόσφυ­γες σε παράγκες, σκηνές και άλλα πρόχειρα καταλύματα. Το 1926, σύμφωνα με το αρχείο του Γεωργικού Γραφείου Εποικισμού, [Μ. ΜΑΡΑΒΕΛΑΚΗΣ, Α. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥλΟΣ, Αι πρoσφυγικαί εγκαταστάσεις εν τη περιοχή Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1955, σ. 5 (ΕΜΣ)] 449 προσφυγικές οικογένειες καταλαμβάνουν τρεις οικισμούς στο νότιο μέρος της Καλαμαριάς:

- 170 οικογένειες (736 άτομα) στο Κουρί

- 179 οικογένειες (796 άτομα) στην Αρετσού

- 100 οικογένειες (461 άτομα) στο Κατιρλί

Σ' αυτούς πρέπει να προστεθούν περί τα 8.000 άτομα, κατά την εκτίμηση του Ancel, (J. ANCEL, La Macedoine, son evolution contemporaine, Paris 1930, σ. 316) που εγκαθίστανται στον κεντρικό οικισμό της Καλαμαριάς. Τα επόμενα χρόνια η περιοχή γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη. Οι διαδοχικές οικοπεδοποιήσεις για τη στέγαση διαφόρων ομάδων χαρακτηρίζουν τις φάσεις αυτής της ανάπτυξης. Μία απλή απαρίθμηση των κυριοτέρων οικισμών που ιδρύονται πριν από τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο περιλαμβάνει τους ακόλουθους: Αλλατίνι, Αρετσού, Βυζάντιο, Δέρκων, Κατιρλί, Κουρί, Νέα Κρήνη, Βότση και το κέντρο της Καλαμαριάς. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας κοινότητας ολοκληρωτικά σχεδιασμένης από διάφορους δημόσιους, ημιδημόσιους ή και ανεξάρτητους φορείς. Μονάχα στην κεντρική περιοχή χρησιμοποιήθηκαν τουλάχιστον επτά διαφορετικοί οικιστικοί τύποι:

- Δίδυμα ισόγεια σπίτια της «Πρόνοιας» για δύο οικογένειες με μικρούς κήπους (κεντρικός οικισμός, Αλλατίνι, Δέρκων, Κουρί, Κατιρλί) .

- Δίδυμα διώροφα σπίτια της «Πρόνοιας» για 4 οικογένειες (κεντρικός οικισμός)

- Μικρές ανεξάρτητες μονοκατοικίες με αυλή (κεντρικός οικισμός, Αλλατίνι, Δέρκων, Κουρί, Κατιρλί, Αρετσού)

- Μονώροφες κατοικίες εν σειρά της «Πρόνοιας» (κεντρικός οικισμός)

- Ξύλινα προκατασκευασμένα σπίτια επονομαζόμενα «Γερμανικά» από τη χώρα προέλευσής τους (κεντρικός οικισμός)

- Συλλογικές πολυκατοικίες του 1950-51 (Αλλατίνι)

- Προγράμματα αυτοστέγασης με παροχή έτοιμου οικοπέδου και σχετικής υποδομής (Αλλατίνι, Νέα Κρήνη)

Οι φορείς που μελέτησαν και πραγματοποίησαν αυτά τα οικιστικά συγκροτήματα εξαρτώνται κατά τη δράση τους από τις πηγές χρηματοδότησης και τους κανόνες χρήσης αυτής της χρηματοδότησης. Διεθνείς οργανισμοί, όπως η Κοινωνία των Εθνών, που παραχώρησε δύο δάνεια στο ελληνικό κράτος το Ι 924 και 1928, επέβαλλαν τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης και διεθνούς Επιτροπής Αποκαταστάσεως των Προσφύγων (ΕΑΠ) που διαχει­ρίστηκε τα κεφάλαια που χρησιμοποιήθηκαν. Μπορεί να παρατηρηθεί ότι επιδείχθηκε αδιαφορία για τα γενικότερα πολεοδομικά προβλήματα που προκάλεσε η εγκατάσταση των προσφύγων. Οι ίδιοι οι οικισμοί προκύπτουν από μία απλουστευμένη ευκλείδια γεωμετρική χάραξη. Ουσιαστικά η μόνη διαδικασία σχεδιασμού είναι η οικοπεδοποίηση της περιαστικής  γης και ο κατατεμαχισμός της σε μικρά ορθογωνικά οικόπεδα χωρίς μέριμνα για κοινωνικό εξοπλισμό. Οι δυσκολίες χρηματοδότησης και η πολιτική επιλογή της βραχυπρόθεσμης ικανοποίησης των άμεσων  αναγκών καθορίζουν και τη μορφή του παραγόμενου χώρου. Επιλέγονται οι τεχνικές κατασκευής που έχουν το ελάχιστο δυνατό κόστος και χρησιμοποιούνται τα φτηνότερα υλικά. Η επέμβαση του κρατικού μηχανισμού έχει διαφορετικούς στόχους: Να εξασφαλιστεί η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και η κoινωνική ειρήνη, ενώ παράλληλα να διαδοθεί το κυρίαρχο μικροαστικό πρότυπο που συνδέει την ιδιοκτησία με τη σταθερότητα. Ο δυναμισμός των νέων κοινωνικών ομάδων της πόλης, που αποτελούν τον πυρήνα της εργατικής τάξης κατευθύνεται με τον τρόπο αυτό προς δευτερεύοντες σκοπούς (ιδιοκτησία) με στόχο την ιδεολογική ενσωμάτωση μέσα από παραδοσιακούς θεσμούς (κληρονομιά, προίκα «εξασφάλιση» παιδιών, κ.λ.π.).

Ανάλογες είναι και οι μεταβολές στο χώρο της πόλης. Ο «ορθολογισμός» και η «κανονικότητα» των προσφυγικών οικισμών, η ελαχιστοποίηση των απαιτήσεων, η εφαρμογή ενιαίων οικοδομικών κανονισμών προετοιμάζουν το έδαφος για τη μαζική μεταπολεμική ανοικοδόμηση. Είναι το τελευταίο στάδιο μιας συστηματικής καταστροφής της παραδοσιακής πολεοδομικής ενότητας της γειτονιάς με σχετική αυτονομία, μέσα στον αστικό οργανισμό. Η πλήρης παραγνώριση κάθε πολιτιστικής ιδιαιτερότητας συνι­στά το αποφασιστικό βήμα από την κοινοτική προς την ταξικά διαρθρωμένη πόλη.

Νίκος Καλογήρου

(Η Θεσσαλονίκη μετά το 1912, πρακτικά συμποσίου 1-3 Νοεμβρίου 1985, Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, Δήμος Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 487-491)

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.